Μοιάζεις με ωκεανό
κλειστή καρδιά,
πολύτιμε λίθε.
Σε πλαγιά τρανού κύματος,
η μορφή σου ασύρματος.
Κλειδωμένη,
πληγές χρεώθηκες άλλων.
Θυμωμένες ζωές
αδυνάτων σινιάλων!
Έγειρες χθες
και ησύχασες βράδυ..
λίγες ώρες στη νύκτα.
Η αγκάλη σου Φάρος
κι ένα ανείπωτο θάρρος.
Οι χιλιάδες στιγμές
κατάλυμα βρήκαν
σε δυο χέρια
ανοικτά
που σαν άξονες ήσαν!
Ήρεμη θάλασσα
καρδιά μαύρη χώρα,
πανσέληνος σ' είδε.
Πλωτό μου σώμα, υγρό
παλάτι,
στο φως του φεγγαριού,
χρυσάφι..
που κρατάς αξίες μύριες,
βασιλικές και νόθες.
Ορισμένη μου πατρίδα
από δηλητηριώδεις όχθες!
© Δημήτρης Δικαίος