Γράμμα σ' ένα φίλο.
Αδελφέ,
αναπολώ εκείνους τους όμορφους περιπάτους μας στην Καλλίπολη. Τις πολύωρες
συζητήσεις. Τις σκοτωμένες ώρες μιας πρώιμης νεότητας που σιτιζόταν με γρήγορο
φαγητό και «έπαιζε» ακούραστη στο λούνα παρκ του Φαλήρου. Σήμερα, αποχωρητήριο
των ερυθρολεύκων.
Θυμάσαι
στη μπαλαρίνα; Αρπάζαμε το στήθος της με βλέμμα ληστρικό και χορταίναμε. Πλέον τ’
αντικνήμια της σκέψης, είναι μολύβδινα. Σταθερά, μα ασήκωτα. Σηψαιμικά και λίγα
για τέτοιες επιθέσεις.
Παλιόφιλε,
κουράστηκα. Ακριβέστερα, με εξάντλησα. Μάλλον γέρασα νέος γιατί έζησα πολύ. Έτσι,
παρηγορούμαι. Όμως πληρώ τις προϋποθέσεις για μια ζωή κατάκοιτη. Τούτη τη βλάστημη
ώρα που σου γράφω, τη βλέπω να πλησιάζει.
Σε μια
χώρα ασθενική, η συνέπεια στη δουλικότητα των παθητικών πολιτών, βασιλεύει. Δεν
έχω το χρόνο να παραμείνω πεινασμένος, να με θρέψει η ειρήνη των αποθεμάτων, μέχρις
ότου, συναντηθούμε πάλι και δώσουμε φτερά στη νεότητα που παραμελήσαμε. Συνεπώς,
σε προδίδω.
© Δημήτρης Δικαίος