Είμαστε γονείς και πάθια
έχουμε σωρό. Άλλοτε πράοι συνετοί, κι άλλοτε χαριτόζοι διάβολοι, ταΐζουμε
τα παιδιά μας, περηφάνιες. Διακρίσεις και επιδιώξεις σάπιες, κι επιθυμιές κενές
για μια φαινομενικά ανολοκλήρωτη ύπαρξη. Το σπλάχνο μας! Τον καρνάβαλό μας! Δε
συμπληρώνεται το θάμα όμως, από γόνους ακάθαρτους. Και επιπροσθέτως, σε αυτήν
την επιτυχή και τελεία μεταλαμπάδευση ατροφικών αξιών, θα συναινέσει και το
σόγι μας το τράγιο. Θα επικροτήσει, καμαρώσει, την ολοκλήρωση ενός ακόμη δούλου
που θα’ χει αφέντη ή, ενός ακόμη αφεντικού που θα’χει δουλικά και στοίβες τ’
άγια, τα καλά των δεσποτάδων.
Μα, και στις δύο
περιπτώσεις, στερείται οράσεως ο Άνθρωπος. Κανιβαλίζει, καθώς καταγίνεται με τη
σάρκα και απολύει το κουβέρνο του εαυτού του. Ενδυματολόγοι, περιουσιολόγοι,
πρώτα και δεύτερα επιστημονικά πεδία της ύλης, διαμορφώνουν μια νέα γενιά
μικροαστών με μεγαλοαστικό προσωπείο.
Μα αυτό επιθυμούμε; Να
τελέψουμε ανικανοποίητοι, γιατί ανικανοποίητοι ζήσαμε; Δε νομίζω, ότι το
προφανές, μας ικανοποιεί. Τα αυτονόητα πρέπει να αλλάξουν. Ο τρόπος, διότι ο
τρόπος λείπει, για το επιθυμητό πρέπει να περνάει μέσ’ από διαδικασίες
καθημερινής πνευματικής άσκησης, ενδοοικογενειακής παιδείας, ολιγάρκειας σε
υλικά αποχτήματα, καλής σχετικά βιβλιογραφίας, αλληλεγγύης προς το συνάνθρωπο,
υπεύθυνης στάσης έναντι της μικρής κοινωνίας όπου δραστηριοποιείται.
Έτσι, οι μικρές κοινότητες
θ’ αλλάξουν, το έδαφος θα καταστεί γόνιμο, και η νέα πλούσια βλάστη θα
μεταλλάξει εκ βαθέων την ευρύτερη κοινωνία που, θα παραδοθεί στις ρίζες της.
Αν επιτρέψουμε στα παιδιά
μας, ν’ αναπτυχθούν ελεύθερα, δε θα τα μαγέψει η ύλη, μήτε θα στερηθούν
αποδράσεων στον ανομοιογενή καμβά της ανθρωπότητας.